ξύνειμι

ξύνειμι
σύνειμι 1
sum
pres ind act 1st sg
σύνειμι 2
ibo go
pres ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ξύνειμι — (Α) βλ. σύνειμι …   Dictionary of Greek

  • ξύνειμ' — ξύνειμι , σύνειμι 1 sum pres ind act 1st sg ξύνειμι , σύνειμι 2 ibo go pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σύνειμι — (I) και αττ. τ. ξύνειμι Α [εἰμί] 1. είμαι ή βρίσκομαι μαζί με κάποιον ή με κάτι 2. έχω σχέσεις, συναναστρέφομαι με κάποιον («τὸν νεανίσκον συνὼν διέφθορεν», Εύπ.) 3. συζώ με κάποιον («τοῑς φονεῡσι τοῡ πατρὸς ξύνειμι», Σοφ.) 4. συνουσιάζομαι 5.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”